Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Ο χαρακτήρας είναι η μοίρα των ανθρώπων. Ηράκλειτος

Ο Ηράκλειτος ήταν προσωκρατικός φιλόσοφος που έζησε στην Έφεσο της Μικράς Ασίας περίπου από το 540 μέχρι το 480 π.Χ. Επειδή μονάχα μικρές φράσεις-αποσπάσματα έχουν διασωθεί από το έργο του, οι οποίες δεν γνωρίζουμε με ποια σειρά γράφτηκαν, κι επειδή η φιλοσοφία του περιείχε πολλές αινιγματικές και διφορούμενες έννοιες, ονομάστηκε «Σκοτεινός». Όταν ο Σωκράτης διάβασε το έργο του, είχε πει : "Κατάλαβα σπουδαία πράγματα, νομίζω όμως ότι είναι εξίσου σπουδαία και αυτά που δεν μπόρεσα να καταλάβω. Χρειάζεται να είσαι ένας δεινός κολυμβητής σαν αυτούς από τη Δήλο για να μην πνιγείς μέσα στο βιβλίο του". Ο Ηράκλειτος προερχόταν από αριστοκρατική γενιά, ήταν απόγονος του Ανδροκλή ο οποίος είχε φύγει από την Αθήνα για να δημιουργήσει την αποικία Έφεσο στην Μικρά Ασία. Ήταν μάλλον αυτοδίδακτος και είχε μελετήσει τους προγενέστερους του φιλόσοφους τους οποίους συχνά ανέφερε. Κατά την διάρκεια της ζωής του υπήρξαν πολλές κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές, η Έφεσος υπήρξε για ένα διάστημα τμήμα της περσικής αυτοκρατορίας που την διοικούσε ένας σατράπης, ο οποίος ωστόσο επέτρεπε στους κάτοικους αυτονομία και αυτοδιοίκηση. Η οικογένεια του Ηράκλειτου κυριαρχούσε στην πόλη και φαίνεται πως εκείνος ήταν να γίνει βασιλιάς αλλά παραχώρησε τον θρόνο στον αδερφό του καθώς προτίμησε να ασχοληθεί με την φιλοσοφία και την συγγραφή.

Ο Ηράκλειτος στο έργο του προσπάθησε να πείσει τους ανθρώπους για την ανάγκη να απαλλαγούν από τον φόβο του θανάτου, από τις δεισιδαιμονίες και τις ιδέες περί μετά θάνατον ζωής, γιατί έτσι μόνο θα μπορέσουν να ζήσουν ολοκληρωμένα. Υπήρξε επικριτικός απέναντι σε Όμηρο και Ησίοδο που δίνανε περιγραφές του Κάτω Κόσμου και μιλούσαν για βασανισμούς των ψυχών, εκείνος πρέσβευε πως δεν πρέπει να μας απασχολεί τι γίνεται μετά θάνατο, οι άνθρωποι οφείλουν να έχουν μάτια και πνεύμα ανοιχτά και με οδηγό την γνώση για την φύση των πραγμάτων, για την ίδια την Φύση η οποία ταυτίζεται με τον Θεό, να ζούνε μια ευτυχισμένη και πλήρη ζωή. Για τον Ηράκλειτο ο κόσμος δεν έχει αρχή, το σύμπαν εξελίσσεται και σε κάποια φάση θα διαλυθεί, θα περάσουμε στη δημιουργία ενός νέου σύμπαντος το οποίο θα αναπτυχθεί μέχρι που θα χαθεί για να δώσει την θέση του και πάλι σε ένα καινούργιο σύμπαν. Αυτό θα γίνεται αέναα, παρόμοια συμβαίνει και με τους ανθρώπους, οι γονείς δίνουν την θέση τους στα παιδιά τους, σε μια αέναη εναλλαγή μεταξύ ζωής και θανάτου. Τίποτε δεν είναι αθάνατο παρά μόνο η πρωταρχική ενέργεια, το «αείζωον πυρ», το οποίο ανάβει και διαλύει τα πάντα, κι ύστερα σβήνει ώστε να παραχθούν τα άλλα στοιχεία, θάλασσα και γη, και να προκύψει το νέο σύμπαν με νέα όντα. Όσον αφορά την γνώση πρέσβευε πως η Φύση παρέχει πληροφορίες τις οποίες δεχόμαστε μέσω των αισθήσεων, χρειάζεται να καλλιεργήσουμε το μυαλό μας για να συλλάβουμε όλη την αλήθεια για την λειτουργία της Φύσης. Θεωρούσε πως όλοι οι άνθρωποι έχουν την ικανότητα να σκέφτονται ωστόσο κατηγορούσε πολλούς από τους ανθρώπους ότι δεν καταβάλλουν προσπάθεια για να κατανοήσουν τον κόσμο και την Φύση, ώστε να νιώσουν την χαρά την προερχόμενη από την γνώση και να μεταδώσουν αυτή την χαρά ώστε να γίνει όλη η πόλη καλύτερη. Υπήρξε ο φιλόσοφος της μεταβολής, όλα μεταβάλλονται: «Τα πάντα ρει, μηδέποτε κατά τ' αυτό μένειν». Άλλες γνωστές του φράσεις ήταν: «Τα ψυχρά θερμαίνονται, τα θερμά ψύχονται, τα υγρά ξηραίνονται, τα ξηρά υγραίνουν», υποδεικνύοντας ότι οι αντίθετες καταστάσεις και δυνάμεις, συνδέονται με μια συνεκτική σχέση αρμονίας και το «πόλεμος πατήρ πάντων», καθώς ο πόλεμος άλλους κάνεις Θεούς, άλλους ανθρώπους και άλλους δούλους.


Οδός άνω και κάτω μία. 'Ο δρόμος που πάει προς τα πάνω είναι ο ίδιος δρόμος που πάει προς τα κάτω'

Εάν μη έλπηται ανέλπιστον, ουκ εξευρήσει.
'Αν δεν ελπίζεις το ανέλπιστο, δεν θα το βρεις.'


Εκ πάντων εν και εξ ενός πάντα.

Κόσμον τονδε, τον αυτόν απάντων, ούτε τις θεών ούτε ανθρώπων εποίησεν, αλλ' ην αεί και έστιν και έστε πύρ αείζωον.

Ο Ηράκλειτος είναι ο φιλόσοφος του αιώνιου γίγνεσθαι. Η κίνηση αυτή του γίγνεσθαι εκφράζεται με την συνεχή ροή του ποταμού που ολοένα ανανεώνεται. Μέσα στον Λόγο, ο Ηράκλειτος, δένει ένα μόνο υλικό στοιχείο, το Πυρ. Η ύπαρξη του Πυρός δημιουργεί μαζί με τον Λόγο ένα κόσμο άπειρο, άναρχο, ανώλεθρο, αυτορυθμιζόμενο που μετατρέπεται σε ποικίλες μορφές. Ο κόσμος αυτός είναι η αρμονία των αντιθέσεων. Το καλό και το κακό είναι οι αντίθετες όψεις του ίδιου πράγματος.Το μοναδικό σύγγραμμα που γνωρίζουμε ότι άφησε ο Ηράκλειτος είναι με τίτλο "Περί φύσεως" και διαιρείται σε τρία μέρη : για το σύμπαν, για την πολιτική και για τη θεολογία. Το έργο αυτό γράφτηκε με ασάφεια για να γίνει κατανοητό μόνο από ικανούς ανθρώπους και αφιερώθηκε στο ιερό της Εφέσιας Αρτέμιδος, σύμβολο ελληνικού και ανατολικού πολιτισμού. Όταν ο Σωκράτης διάβασε το έργο του Ηράκλειτου είπε "αυτά που κατάλαβα είναι σπουδαία, νομίζω όμως ότι είναι εξίσου σπουδαία και αυτά που δεν μπόρεσα να καταλάβω. Ωστόσο χρειάζεται να είσαι ένας δεινός κολυμβητής σαν αυτούς από τη Δήλο για να μην πνιγείς μέσα στο βιβλίο του"    

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Αναξίμανδρος (610-540 π.X.)

Γέννηση, θάνατος, άπειρο », 23 Μαΐου 2011 Επιστήμες / Μορφές της Επιστήμης & της Τεχνολογίας   Αναπληρωτής καθηγητής Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Αστρονομίας και των Φυσικών Επιστημών - Πανεπιστήμιο Αθηνών Στράτος Θεοδοσίου Στην φιλοσοφία του Αναξίμανδρου, το άπειρο, που ήταν αθάνατον και ανώλεθρον, ήταν η πρωταρχική κοσμική ουσία από την οποία απορρέουν τα πάντα και στην οποία τελικά επιστρέφουν τα πάντα. Από αυτό γεννιούνταν και σε αυτό επέστρεφαν αλληλοδιαδόχως άπειροι κόσμοι. των Στράτου Θεοδοσίου, επίκουρου καθηγητή, και Μάνου Δανέζη , αναπληρωτή καθηγητή, Τμήμα Φυσικής – Πανεπιστήμιο Αθηνών και Milan Dimitrijevic , Astronomical Observatory of Belgrade, Serbia Την ίδια εποχή με τον Θαλή έδρασε, επίσης στην Μίλητο, ο μαθητής και διάδοχος στην Σχολή του, ο Αναξίμανδρος (610-540 π.X.), ο οποίος, όπως παραδέχονται όλοι οι μελετητές εκείνης της περιόδου, ήταν ισάξιος του διδασκάλου του και ο πρώτος που μαζί

Είχε Δίκιο η Αντιγόνη ή ο Κρέων;

Επανερχόμαστε   στα παλιά ερωτήματα. Είχε άραγε κάπου δίκιο η Αντιγόνη (ή εξ ολοκλήρου δίκιο); Και είχε άραγε ο Κρέων κάποιο άδικο (ή εξ ολοκλήρου άδικο); Δεν είναι βέβαιο ότι αυτά είναι τα πιο ενδιαφέροντα ερωτήματα που θα μπορούσε κανείς να θέσει για το έργο, τουλάχιστον έτσι ωμά διατυπωμένα. Ή μάλλον θα μπορούσε ο Σοφοκλής ο ίδιος να τα έχει κάνει πιο ενδιαφέροντα —και πιο δύσκολα— όμως οι επιλογές του ήταν άλλες. Υπήρχε σύγκρουση —μια σύγκρουση εγελιανού τύπου— μεταξύ των δικαιωμάτων της οικογένειας και των δικαιωμάτων της πολιτείας. Και αρχικά φαίνεται σαν ο Σοφοκλής να πρόκειται να αναπτύξει το έργο του με βάση αυτή τη σύγκρουση, όταν η Αντιγόνη εμφανίζεται στον Πρόλογο του δράματος προσηλωμένη ειδικά στην οικογένεια και έκδηλα αδιάφορη απέναντι στην πολιτεία, ενώ ο Κρέων με το διάγγελμα του αμέσως μετά την Πάροδο (πολύ σημαντική τοποθέτηση σε αρχαίο ελληνικό δράμα) αναλαμβάνει τη θέση του εκφραστή της πόλεως, με την έκκληση έξαφνα που απευθύνει να υποταχθούν οι προσωπικέ

O ΠΑΡΜΕΝΙΔΗΣ: Ο άνθρωπος μετά το θάνατό του δεν περνά στην ανυπαρξία, ο νεκρός δεν είναι «μηδέν», αλλά μετέχει στο «είναι» έχει την ικανότητα να αισθάνεται και αναμένει (μέσω της μετεμψύχωσης) την επιστροφή του στον ορατό κόσμο.

O ΠΑΡΜΕΝΙΔΗΣ Ο Παρμενίδης ήταν αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος. Γεννήθηκε στην Ελέα της Μεγάλης Ελλάδας στα τέλη του 6ου αι. π.Χ., σε ένα περιβάλλον επηρεασμένο από τις απόψεις του Πυθαγόρα και του Ξενοφάνη. Θεωρείται η πλέον πρωτότυπη μορφή της προσωκρατικής σκέψης. Σε αντίθεση με τους Ίωνες φυσιολόγους δεν αναζητά την ενότητα του κόσμου σε μια φυσική ουσία, αλλά στην ίδια την «οντότητα» των πραγμάτων που μας περιβάλλουν, στο είναι όλων των όντων και όλων των πραγμάτων. Ο Παρμενίδης εκθέτει τη φιλοσοφία του σε έμμετρο λόγο (δακτυλικό εξάμετρο), επιθυμώντας πιθανώς να την παρουσιάσει ως αποτέλεσμα θείας αποκάλυψης. Στο προίμιο του ποιήματoς περιγράφεται το ταξίδι του ποιητή πάνω σε άρμα, καθοδηγούμενο από κόρες του ΄Ηλιου σε μια ανώνυμη θεά. Ακολουθεί η Αλήθεια, στην οποία μιλά η θεά επιχειρώντας μια προσέγγιση της καρδιάς της αλήθειας.     «αλλά ωστόσο θα μάθεις και τούτο, πως τα δοκούντα θα έπρεπε να είναι απολύτως δεκτά, όλα δεκτά στο σύνολό τους ως όντα». Παρουσιάζοντας τα φα