Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Είχε Δίκιο η Αντιγόνη ή ο Κρέων;



Επανερχόμαστε  στα παλιά ερωτήματα. Είχε άραγε κάπου δίκιο η Αντιγόνη (ή εξ ολοκλήρου δίκιο); Και είχε άραγε ο Κρέων κάποιο άδικο (ή εξ ολοκλήρου άδικο); Δεν είναι βέβαιο ότι αυτά είναι τα πιο ενδιαφέροντα ερωτήματα που θα μπορούσε κανείς να θέσει για το έργο, τουλάχιστον έτσι ωμά διατυπωμένα. Ή μάλλον θα μπορούσε ο Σοφοκλής ο ίδιος να τα έχει κάνει πιο ενδιαφέροντα —και πιο δύσκολα— όμως οι επιλογές του ήταν άλλες. Υπήρχε σύγκρουση —μια σύγκρουση εγελιανού τύπου— μεταξύ των δικαιωμάτων της οικογένειας και των δικαιωμάτων της πολιτείας. Και αρχικά φαίνεται σαν ο Σοφοκλής να πρόκειται να αναπτύξει το έργο του με βάση αυτή τη σύγκρουση, όταν η Αντιγόνη εμφανίζεται στον Πρόλογο του δράματος προσηλωμένη ειδικά στην οικογένεια και έκδηλα αδιάφορη απέναντι στην πολιτεία, ενώ ο Κρέων με το διάγγελμα του αμέσως μετά την Πάροδο (πολύ σημαντική τοποθέτηση σε αρχαίο ελληνικό δράμα) αναλαμβάνει τη θέση του εκφραστή της πόλεως, με την έκκληση έξαφνα που απευθύνει να υποταχθούν οι προσωπικές αφοσιώσεις στο κοινό συμφέρον, θέμα που θα ετύγχανε βέβαια ευνοϊκής ανταπόκρισης από ένα αθηναϊκό ακροατήριο.
Ο Σοφοκλής στην Ἀντιγόνην δραματοποιεί την τελική φάση της κατάρρευσης του γένους, κατά την οποία ένα θηλυκό μέλος του εξεγείρεται κατά της πόλεως — και αφανίζεται, θέτει άραγε σε κίνδυνο την πόλη, ή μήπως την σώζει με τον δικό της αφανισμό; Ο Κρέων έτσι πιστεύει, ή έτσι φέρεται να πιστεύει. Και αποδεικνύεται ότι έχει άδικο. Όπως θα δούμε, ο Σοφοκλής μειώνει σιγά-σιγά το ηθικό ανάστημα του Κρέοντος σκιαγραφώντας τον όχι μόνον ως τύραννο αλλά, παρ' όλους τους μεγαλόστομους αφορισμούς του, και ως παρορμητική ιδιοσυγκρασία πλασμένη από φόβους και φιλοδοξίες· ο Αίμων τον εγκαταλείπει, ο Τειρεσίας τον καταδικάζει και τελικά η τιμωρία του επέρχεται μέσω της οικογένειας του. Το  παράπτωμα του Κρέοντος δεν ήταν τόσο ότι εμπόδισε την ταφή ενός συγγενούς, όσο το ότι κράτησε έναν νεκρό έξω από τον κόσμο στον οποίο ανήκε, όπως ακριβώς έκλεισε σε τάφο μια ζωντανή ψυχή. θα τιμωρηθεί γι’ αυτό από τις «Ερινύες του Άδη και των θεών» (στίχ. 1075). Οι Ερινύες τιμωρούν τις παραβιάσεις του θεϊκού δικαίου· η Αντιγόνη έχει μιλήσει για τη Δικαιοσύνη που συνοικεί με τους χθόνιους θεούς (στίχ. 451, ἡ ξύνοικος τῶν κάτω θεῶν Δίκη). Η Αντιγόνη, είτε αντιλαμβανόταν η ίδια είτε όχι τα λεγόμενα της, είχε δίκιο.
            Το συμπέρασμα είναι κιόλας αναπόφευκτο,
αλλά όχι και ικανό να στηρίξει από μόνο του το βάρος ενός τόσο σημαντικού δράματος, χωρίς να ενισχυθεί από τη δύναμη και το βάθος των εμπλεκόμενων δραματικών χαρακτήρων. Τί είδους άντρας είναι ο Κρέων και πώς έφτασε να ενεργήσει έτσι όπως ενήργησε; Τί είδους γυναίκα είναι η Αντιγόνη και πού βρήκε αυτό τον εκπληκτικό ηρωισμό της; Όπως συχνά έχει παρατηρηθεί, το βασικό ζήτημα απ’ αρχής μέχρι τέλους του έργου είναι θέμα φρενῶν, ψυχικής κατάστασης, καλής ίσως ή κακής, φρόνιμης ή ασύνετης, σωτήριας ή καταστρεπτικής, που υπαγορεύει αποφάσεις για καλό ή για κακό. Αυτό είναι το βασικό ζήτημα μεταξύ Αντιγόνης και Ισμήνης στον Πρόλογο, μεταξύ Κρέοντος και Αντιγόνης, μεταξύ Κρέοντος και Αίμονος· αυτή είναι η ουσία της κριτικής του Τειρεσία για τον Κρέοντα και το δεσπόζον θέμα στη σκηνή του τέλους και στο τελευταίο σχόλιο του Χορού (πολλῷ το φρονεῖν εὐδαιμονίας πρῶτον υπάρχει, στίχ. 1347-Β). Τί είναι άραγε το φρονεῖν; Η λέξη έχει μεγάλο σημασιολογικό εύρος. «Σοφία» είναι συχνά μια εξυπηρετική απόδοση· οπότε λέμε, και με κάποια δόση αλήθειας, ότι εκφράζει μια τάση που είχαν οι αρχαίοι Έλληνες να δίνουν εννοιολογική έκφραση στα ηθικά θέματα. Επομένως, «σοφία» ή «λογική» ή «φρόνηση» — ή βεβαίως «εχεφροσύνη»· και διαφορά που υπάρχει μεταξύ εχεφροσύνης και παραφροσύνης δεν είναι απλά εννοιολογική. Πρόκειται για όρο, ή όρους, που η σημασία τους σαφώς δεν περιορίζεται σε ό,τι θα χαρακτηρίζαμε εμείς νοητικές λειτουργίες, αλλά καλύπτει και συναισθηματικούς παράγοντες: αναφέρεται σε «ψυχικές καταστάσεις» γενικότατα. Τώρα, υπάρχουν περιοχές όπου η ψυχική κατάσταση του ανθρώπου έχει ιδιαίτερη σημασία — Τέτοια πάνω απ' όλα είναι η περιοχή της θρησκείας· αυτή την περιοχή ατενίζει με τη σκέψη του ο Κορυφαίος προς το τέλος του έργου. Αλλά κάθε πτυχή του δράματος αποτυπώνει ως ένα βαθμό τις ψυχικές καταστάσεις των χαρακτήρων που μετέχουν σ' αυτό. Όπως στον Αἴαντα κατάσταση της φρενός· ή των φρενῶν τον ήρωα (θεωρούμενη από την άποψη της ψυχικής υγείας ή της παραφροσύνης) είναι θέμα πρωταρχικό, τόσο ισχύει και για την Ἀντιγόνην ότι το κρίσιμο ζήτημα είναι η κατάσταση των φρενών της Αντιγόνης και του Κρέοντος (αλλά και της Ισμήνης και του Αίμονος). «Είναι αδύνατο», λέει ο Κρέων, «να γνωρίσουμε επακριβώς την ψυχήν και το φρόνημα και την γνώμην οποιουδήποτε ποτέ ανθρώπου, αν αυτός δεν δοκιμαστεί φανερά στην άσκηση της εξουσίας και την εφαρμογή των νόμων» (στίχ. 175-7). Και ίσως ψυχικές καταστάσεις του Κρέοντος μπορούμε να τις διαγνώσουμε χωρίς πολλή δυσκολία.
 Όταν η Αντιγόνη έχει εκφωνήσει τον μεγάλο της λόγο για τον Δία και τα ἄγραπτα νόμιμα των θεών, σκεπτόμαστε ίσως τις εύστοχες απαντήσεις που θα μπορούσε να έχει δώσει ο Κρέων, αλλά αντί γι’ αυτές ακούμε την άστοχη απάντηση που εκστομίζει. Εκφράζεται όπως οι Ατρείδες στο Αἴας, κάνοντας λόγο για δούλους και για ὕβριν τους. Και αντιλαμβανόμαστε κατόπιν το γιατί: διότι η εξουσία του (κράτη) έχει αμφισβητηθεί από μια γυναίκα (στίχ. 484-5). Οι πολυπλοκότητες της διαλογικής στιχομυθίας του Κρέοντος με την Αντιγόνη (στίχ. 508-525) είναι σημαντικές για την κατανόηση του χαρακτήρα της Αντιγόνης: όσο για τον Κρέοντα, βρίσκουν την κορύφωση τους σε έξι λέξεις του αρχαίου κειμένου — «όσο είμαι ζωντανός, γυναίκα δεν θα με κυβερνήσει», ἐμοῦ δέ ζῶντος οὐκ ἄρξει γυνή (στίχ. 525).
           Ο Κρέων μιλάει τον περισσότερο καιρό για το αξίωμα του, αλλά τον εαυτό του σκέπτεται. Έχει απαιτήσεις απόλυτες και ακολουθεί συμπεριφορές τυράννου. Δεν χρειάζεται να επιμείνουμε σ’ αυτό, γιατί έχει πλήρως αναγνωρισθεί και τεκμηριωθεί από σειρά μελετητών. Η τυραννική του στάση σαφέστατα προβάλλει στη σκηνή με τον Αίμονα και δικαίως ο Αίμων σχολιάζει ότι ο Κρέων θα ήταν καλός κυβερνήτης μόνος σε μια πόλη έρημη από ανθρώπους (στίχ. 739). Όμως εδώ μιλάμε για άνθρωπο που έχει ήδη χαρακτηρίσει την Αντιγόνη δοῦλον του (ο 479)· που βλέπει τους υπηκόους του ως υποζύγια (στίχ. 291-2). Μάλιστα το τελευταίο αυτό χωρίο είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον και πολύ σημαντικό (στίχ. 289-314). Ο Κρέων έχει ακούσει την πρώτη διήγηση του Φύλακα για την «ταφή». Στην παρατήρηση του Κορυφαίου, που σ’ αυτό περίεργο γεγονός βλέπει την παρέμβαση κάποιου θεού, ο Κρέων δρα με τρόπο καχύποπτο και βίαιο, όπως αντιδρά πάντα σε οτιδήποτε του υποδηλώνει ότι μπορεί να έχει άδικο. Ούτως ή άλλως, ο κόσμος· θεών δεν σημαίνει τίποτε για τον Κρέοντα, αφού γι’ αυτόν θεοί δεν είναι παρά οι θεοί της πολιτείας· τα ορατά είναι το παν. Την ίδια στιγμή βρίσκει μια πολιτική εξήγηση τέτοια, που να είναι στον ίδιο κατανοητή (μην ξέροντας πως η πράξη έγινε από μία γυναίκα που δεν ενδιαφερόταν καθόλου για την πολιτεία). Κάποιοι που δεν βλέπουν με καλό την εξουσία του εξαγόρασαν τους φυλακές.
Υπό μια θεμελιώδη έννοια, η Αντιγόνη έχει δίκιο και ο Κρέων άδικο. Όμως μέσα στο πλέγμα των αντιθέσεων του έργου δεν πρόκειται για μια απλή αντιπαράθεση ανάμεσα στην παλιανθρωπιά, από τη μια, και στην γλυκύτητα και φωτεινότητα, από την άλλη. Κατά τον Knox «η Αντιγόνη μοιάζει με τον Αίαντα όσο με κανέναν άλλο από τους ήρωες του Σοφοκλή». Ο Perrotta, για τον οποίο είναι μια «τρο­μερή ηρωίδα», όπως λέει, κάνει παράλληλα λόγο για «μια γλυκερή Αντιγόνη κατάλληλη για σχολική χρήση». Πόσο καλά τη γνωρί­ζουμε αλήθεια και πόσο εύκολα απαλλασσόμαστε από αυτήν! Ο Χορός στις τραγωδίες δεν έχει πάντα δίκιο και ο Χορός της Αντιγόνης είναι πιο πιθανό να έχει άδικο απ' ό,τι πολλοί άλλοι: αλλά όταν ο Κορυφαίος χαρακτηρίζει την ηρωίδα σκληρή κόρη σκληρού πατέρα, τα λόγια του πρέπει να φανερώνουν κάποια όψη της αλήθειας.
Από την αρχή του έργου η Αντιγόνη εισορμά με ένα χείμαρρο από αρνητικές εκφράσεις, στις οποίες αποκρίνεται με τις ζυγισμένες εκφράσεις της η Ισμήνη. Βλέπουμε δύο αδελφές, ίδιες σε κληρονομικότητα, ίδιες σε πείρα και αντιμέτωπες με την ίδια κατάσταση, όμως το φοβερό παρελθόν (στίχ. 1 κ.εξ., 49 κ.εξ.) που εμπνέει στην Ισμήνη διάθεση υποταγής, δυναμώνει απλώς την αμετακίνητη αποφασιστικότητα της Αντιγόνης. Δύο αδελφές, δύο αδελφοί (σ' αυτούς θα πρέπει να επανέλθουμε) και το κράτος, η πόλις. Το ζήτημα, όπως το βλέπει η Αντιγόνη, τίθεται μ' ένα περίεργο τρόπο στο τέλος της πρώτης ρήσης της. Ο στρατηγός με διάγγελμα του κήρυξε την πόλη σε κατάσταση επιφυλακής: δεν βλέπει άραγε η Ισμήνη ότι «επέρχονται εναντίον των φίλων τα δεινά που πρέπουν σε εχθρούς» (στίχ. 10); Οι φίλοι και οι εχθροί: το μόνιμο δίδυμο μιας αντίθεσης, που αποτέλεσε τη βάση για πολύ μεγάλο μέρος του ηθικού και πολιτικού προβληματισμού των Ελλήνων. Η Αντιγόνη μάχεται στις επάλξεις της φιλίας, με την έννοια των δεσμών συγγένειας, και υπερασπίζεται το χρέος της ταφής που οι δεσμοί αυτοί επιβάλλουν. Αλλά μήπως δεν έχει και η πολιτεία φίλους και εχθρούς; Η πολιτεία, η πόλις, δεν σημαίνει γι' αυτήν τίποτε, όπως δεν σημαίνει ούτε ο Κρέων — ο αγαθός Κρέων, όπως τον αποκαλεί σαρκαστικά. Υπάρχουν για την οικογένεια φίλοι, υπάρχουν και εχθροί, και σε μια τέτοια πολωτική αντίθεση ενδιάμεσες διαβαθμίσεις δεν χωρούν έτσι η Ισμήνη, από τη στιγμή που αρνείται την υποστήριξη της, περνάει αμέσως, αυτόματα, στο αντίθετο στρατόπεδο (στίχοι 45-46, 69 κ.εξ., 86-87, 93-94).
Φίλοι και εχθροί. Είναι η εξέχουσα αντίθεση που προβάλλεται σε πολλές από τις σωζόμενες τραγωδίες του Σοφοκλή.
Η Αντιγόνη είχε επιλέξει τον θάνατο (στίχ. 555), μιλούσε ήδη για τον εαυτό της ως πεθαμένη ψυχή (στίχ. 559-60), έλεγε στην Ισμήνη ότι το να πεθάνει είναι γι' αυτήν κάτι καλόν (στίχ. 72) και στον Κρέοντα ότι ο θάνατος είναι κέρδος (στίχ. 462, 464). Έδειχνε σαν να ανήκε ήδη συναισθηματικά στον κάτω κόσμο περισσότερο παρά στον επάνω. Και τώρα, καθώς βαδίζει προς τον θάνατο, θρηνεί. Καλεί ως μάρτυρες αυτούς που την ακούνε· οι στίχοι που τραγουδάει λένε πως αυτό είναι το τελευταίο της ταξίδι, πως βλέπει για τελευταία φορά το φως του ήλιου· θρηνεί που θα πεθάνει ανύπαντρη, που θα πάει ως νύφη για τον Αχέροντα. Όσο συγκινητικές κι αν είναι οι εκφράσεις που χρησιμοποιούνται εδώ, τα θέματα είναι συμβατικά για άνθρωπο που βρίσκεται στη θέση της. Μήπως λησμόνησε ο Σοφοκλής την Αντιγόνη του επειδή του ήρθε η όρεξη να γράψει μια σκηνή πονεμένη; Ή μήπως πρέπει θυμηθούμε τα λόγια του Κρέοντος, ότι και οι τολμηροί ακόμα κάνουν πίσω βλέποντας να πλησιάζει ο θάνατος; Μήπως το φρόνημα της Αντιγόνης έχει καμφθεί; Και εκείνη η «τρομερή ηρωίδα» του Perrotta μήπως αποδεικνύεται τώρα μια εύθραυστη κοπέλα; Βέβαια, είναι δικαίωμα να λυγίζει μπροστά στον θάνατο, που αν της το αρνηθεί κανείς, βιάζει την έννοια της συνέπειας με μία ψυχρότητα που ξεπερνάει και τον Αριστοτέλη. Όμως η τέχνη του Σοφοκλή στόχευε πολύ πιο ψηλά από μια απλή απεικόνιση ενός μάρτυρα που δειλιάζει μπροστά στην πυρά. Ένα δεδομένο έχει μεταβληθεί από την προηγουμένη εμφάνιση της Αντιγόνης: τώρα γνωρίζει τον τρόπο θανάτωσης της.
            Το να θαφτείς ζωντανός, ως ιδέα και μόνο, ανέδιδε πάντοτε μια ιδιάζουσα φρίκη για τον ανθρώπινο νου. Δεν ισχυρίζομαι βέβαια ότι αυτή η φυσική αποστροφή εξηγεί από μόνη της την αλλαγή διάθεσης της Αντιγόνης. Ας δούμε όμως πώς επενεργεί. Στην πρώτη της στροφή, η Αντιγόνη, πλάι σε άλλα θέματα, τραγουδά και για τον Άδη που τη σέρνει ζωντανή (ζῶσαν) στην όχθη του Αχέροντα. Ο τόνος της απόκρισης του Χορού έχει συζητηθεί πολύ. Όμως, τη στιγμή που τα δάκρυα του στίχ. 803 δεν έχουν ακόμη στεγνώσει, δύσκολα μπορεί αυτός ο τόνος να εκληφθεί ως εχθρικός ή σαρκαστικός (όση αποδοκιμασία κι αν εκφράζει ο Χορός). Οι Θηβαίοι γέροντες μοιάζουν να 'χουν παιδευτεί να επινοήσουν κάτι για παρηγοριά, και πιάνονται από τον εξαιρετικό τρόπο του θανάτου της ως πηγή υστεροφημίας: μόνη αυτή από τους θνητούς θα κατεβεί ζωντανή (ζῶσα) στον Άδη.  Ο Χορός, συνεχίζοντας τη μάταιη προσπάθεια του να την παρηγορήσει, μόλις που βρίσκει τα κατάλληλα λόγια: στην αρχή, όπως σημειώνει ένας συγγραφέας, την επιπλήττει για «αλαζονεία», ωστόσο έπειτα «συγχωρεί την υπερβολή της». Και πάλι όμως, λένε, παραείναι μεγάλη κουβέντα για μια γυναίκα ότι μοιράστηκε κλήρο ίσο με των θεών «στη ζωή κι έπειτα στο θάνατο» (ζῶσαν και έπειτα θανοῦσαν). Ίσως αυτό που την κεντρίζει, που την κάνει να νιώθει σαν να την περιγελούν και να την υβρίζουν, είναι η μνεία της ζωής και του θανάτου. Επικαλείται τους συμπολίτες της ως μάρτυρες. Μάρτυρες σε τί; Στην αποχώρηση της —και με την ετυμηγορία τίνος! — προς ένα τάφο-φυλακή, σκαμμένο στα βράχια, ένα τάφο ανήκουστο (ποταίνιον), όπου δεν θα 'χει επαφή ούτε με τους νεκρούς ούτε με τους ζωντανούς.
Απ' όλα τα αντιθετικά δίπολα του έργου, κανένα δεν είναι τόσο επίμονο όσο αυτό της ζωής και του θανάτου. Δύο χωριστά βασίλεια, και η Αντιγόνη έχει διαλέξει το βασίλειο του θανάτου, όπου ανήκουν ήδη τα αγαπημένα της πρόσωπα. Περίμενε θάνατο δια λιθοβολισμού (στίχ. 36),ένα απότομο δραματικό πέρασμα από τον ένα κόσμο στον άλλο: και βρίσκει μπροστά της ζωή που συνεχίζεται στον τάφο, αποκομμένη κι από τους ζωντανούς κι από τους πεθαμένους, μέσα στην απόλυτη μοναξιά. Τη στιγμή αυτή, δεν βλέπει τίποτε παραπέρα.

            Απευθύνεται στους ζωντανούς, αφού και η ίδια είναι ζωντανή και βλέπει ακόμη το φως (στίχ. 842)· κι είναι ίσως τα εύκολα λόγια που ο Χορός, στην αμηχανία του, βρίσκει να πει για το θάνατο της, ενόσω ακόμη η ίδια ζει, τα οποία η Αντιγόνη εκλαμβάνει (λανθασμένα) ως ύβρεις. Απευθύνεται στον Χορό: στην τροπή αυτή του δράματος δεν έχει κανέναν άλλο στον οποίο να απευθυνθεί. Ο τρόπος όμως με τον οποίο αρχίζει τις αποστροφές της είναι οπωσδήποτε μάλλον περίεργος. Είναι πολίτες της πάτριας γης της (στίχ. 806). Είναι η πόλις, προσωποποιημένη από τους πλούσιους γαιοκτήμονες της (στίχ. 843 κ.εξ.: ὦ πόλις, ὦ πόλεως πολυκτήμονες ἄνδρες). Είναι περίεργο, διότι η Αντιγόνη δεν είχε φανεί ως τώρα να νοιάζεται καθόλου για την πόλιν. (Έτσι και ο Κρέων φάνηκε αδιάφορος έναντι των υποχρεώσεων που απορρέουν από τους συγγενικούς δεσμούς, και συντρίβεται με την απώλεια συγγενών του προσώπων.) Στις τελευταίες στιγμές της επικαλείται την πόλιν ως μάρτυρα, αλλά ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζεται να προσφωνεί τους Γέροντες που εκπροσωπούν αυτή την πόλιν δεν είναι και ο πλέον αυτονόητος: τους ονομάζει «άνδρες της πόλεως, άνδρες πλούσιους σε κτήματα». Το οποίο θα μπορούσε να εκληφθεί ως σημάδι για τους θεατές ότι εδώ πρόκειται για εκπροσώπους του "κατεστημένου" — πιο κάτω θα τους προσφωνήσει «άρχοντες της Θήβας» (στίχ. 940). Πώς τους βλέπει όμως η Αντιγόνη; Ως πλούσιους αρχηγούς μεγάλων αριστοκρατικών οικογενειών (όπως η δική της), που θα έπρεπε να ευαισθητοποιηθούν στα δικαιώματα των φίλων, στα παραδεδομένα τελετουργικά ταφής, στους πανάρχαιους νόμους.
Συνεχίζεται….
 ***
Σοφοκλής ( 496-406 π.Χ. , Αρχαίος τραγικός)
 
Ο Σοφοκλής έζησε στην Αθήνα του 5ου αιώνα. Από τον δήμο του Κολωνού, έλαβε υψηλά αξιώματα και βραβεύτηκε πολλές φορές στους δραματικούς αγώνες. Θεοφιλής και φιλαθηναιότατος κατά τον Βίον του, αποδείχτηκε ο κατεξοχήν μαθητής του Ομήρου λόγω των μύθων των έργων του και των ομηρικών τρόπων ως προς το λεξιλόγιο και το ύφος που υιοθέτησε. Η αίσθηση του καιρού συνοδευόμενη από “γλυκύτητα, τόλμη και ποικιλία” αλλά και η ακρίβεια που χαρακτηρίζει το ύφος του, προσδίδουν στα έργα του θαυμαστή οικονομία. Από το μεγάλο έργο του διαθέτουμε σήμερα 7 τραγωδίες (Αίας, Αντιγόνη, Τραχίνιαι, Οιδίπους Τύραννος, Ηλέκτρα, Φιλοκτήτης, Οιδίπους επί Κολωνώ), ένα αποσμασματικά σωζόμενο σατιρικό δράμα (Ιχνευταί) και πολλά αποσπάσματα.
 
Αποφθέγματα από ΑΝΤΙΓΟΝΗ του Σοφοκλή

Πολλά τα δεινά κουδέν ανθρώπου δεινότερον πέλει.

       Ου συνέχθειν αλλά συμφιλείν έφυν.
μτφρ: δεν είναι στη φύση μου να μισώ αλλά να αγαπώ
·       καὶ μεῖζον ὅστις ἀντὶ τῆς αὑτοῦ πάτρας φίλον νομίζει, τοῦτον οὐδαμοῦ λέγω. (Κι όποιος πιο πάνω απ’ την πατρίδα του βάζει το φίλο, εγώ τον θεωρώ τιποτένιο.)

       Αλλ’ ουδέν έρπει ψεύδος εις γήρας χρόνου.  μτφρ: κανένα ψέμα δεν αντέχει στο χρόνο

       Θάρσει. Λέγων τ' αληθές ου σφαλεί ποτε. 
μτφρ: Έχε θάρρος. Όταν λες την αλήθεια, δε θα κάνεις ποτέ λάθος.

       Όρκους εγώ γυναικός εις ύδωρ γράφω.

·       Ευδαίμονες οίσι κακών άγευστος αιών. μτφρ: ευτυχισμένοι είναι αυτοί που ποτέ δεν γνώρισαν συμφορά
·       Μετά τη σύγκρουση Αίμονα-Κρέοντα στο τρίτο επεισόδιο της Αντιγόνης του Σοφοκλή (στ. 631-780), ο χορός ψάλλει την παντοδυναμία του Έρωτα και τονίζει το ρόλο του στη σύγκρουση πατέρα γιου. Πρόκειται για το περιώνυμο χορικό που αποτελεί έναν επιγραμματικό ποιητικό ορισμό του Έρωτα και αρχίζει με τον εξαιρετικά δημοφιλή στίχο Έρως ανίκατε μάχαν.
·       Έρωτα, που δε γονάτισες ποτέ στον πόλεμο,
·       Έρωτα, που ορμάς και γεμίζεις την πλάση,
·       που στ’ απαλά τα μάγουλα
·       της κόρης νυχτερεύεις,
·       που σεργιανάς τις θάλασσες και των ξωμάχων τα κατώφλια,
·       κανείς δε σου γλυτώνει, μηδέ θνητός, μηδέ αθάνατος. φωλιάζεις στο κορμί και το μανίζεις.
·       Εσύ των δικαίων ξεστρατίζεις το νου και στο χαμό τον σέρνεις.
·       εσύ και τούτη την αμάχη φούντωσες
·       μέσα σ’ αυτό το σόι.
·       της γόνιμης νύφης νικά λαγαρός των βλεφάρων ο πόθος
·       που κυβερνά συντροφικά με τους άλλους θεσμούς τους μεγάλους.
·       Η Αφροδίτη δίχως μέριμνες μας περιπαίζει
·       (μτφρ. Κ.Χ.Μύρης).
Ο χορός θεωρεί ως αιτία για τη διασάλευση της ηθικής τάξης τον Έρωτα και όχι την ύβρη που εκφράζει ο Κρέων, αποσιωπώντας μάλιστα τη δραστική σημασία που αποδίδει ο ποιητής στο χαρακτήρα του ήρωα. Ο Σοφοκλής, όπως κάθε μεγάλος ποιητής, δεν επιλέγει εύκολες λύσεις. Ο στόχος του είναι να μας αναγκάσει να στοχαστούμε πάνω στην ανθρώπινη δράση. Να προσμετρήσουμε το μερίδιο του Έρωτα στην επαναστατικότητα του ατόμου, στην εκρηκτική ορμή της ψυχής, που προσπαθεί να αποκτήσει την ελευθερία της απέναντι σε μια αυταρχική εξουσία. Ο Έρωτας αποβαίνει λοιπόν η υπερκόσμια δύναμη που ενισχύει την επαναστατική ισχύ του πολίτη. Οπλίζει τον Αίμονα και την Αντιγόνη, τους ήρωες που επιχειρούν να αποτινάξουν την κρατική αυθαιρεσία η οποία εμποδίζει την ελεύθερη αναπνοή τους. Η τιμωρία του Κρέοντα καταδικάζει την ύβρη της τάξης του και ο θάνατος των δύο ηρώων υπογραμμίζει, ίσως, το χρέος των ανθρώπων να υπερασπιστούν την ελευθερία της κοινότητας, στην οποία ανήκει και η ζωή τους, αν χρειαστεί. Οι Αντιγόνες και οι Αίμονες αποτελούν, επομένως, την υπόσχεση και την απαίτηση μιας καινούργιας κοινωνίας, φτιαγμένης στα μέτρα της ελευθερίας του ανθρώπου, όπου η εξουσία, περιορισμένη στο σωστό της ρόλο, θα είναι πια ο εγγυητής της ελευθερίας, όπου ο Κρέων και η Αντιγόνη, συμφιλιωμένοι στην ιστορία, θα εγγυώνται με την ισορροπία τους την ελευθερία του ανθρώπου μέσα στους κόλπους μιας κοινότητας ορθοφρονούσας και δίκαιης.

η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΜΕΓΑΛΕΙΩΔΗΣ ΘΕΑΤΡΙΚΗ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΣΤΗΝ ΕΠΙΔΑΥΡΟ 1956



Θεατρικό έργο
Τίτλος: Αντιγόνη
Είδος: Αρχαίο δράμα | Τραγωδία
Έτος: 442 c. πΧ
Συγγραφέας: Σοφοκλής
Μετάφραση: Ιωάννης Γρυπάρης

Συντελεστές
Αντιγόνη Σκηνοθεσία: Αλέξης Μινωτής
Σκηνογραφία: Κλεόβουλος Κλώνης
Ενδυματολόγος: Αντώνης Φωκάς
Συνθέτης: Ιωάννης Παπαϊωάννου
Μουσική διεύθυνση: Ιωάννης Παπαϊωάννου
Χορογράφος: Αλέξης Μινωτής, Μαρία Καζάζη

Διανομή
Αντιγόνη
Αντιγόνη[arrow] Άννα Συνοδινού
Ισμήνη[arrow] Αντιγόνη Βαλάκου
Ισμήνη[arrow] Βιβέτα Τσιούνη
Κρέων[arrow] Θάνος Κωτσόπουλος
Φύλακας[arrow] Παντελής Ζερβός
Αίμων[arrow] Νίκος Καζής
Αίμων[arrow] Βύρων Πάλλης
Τειρεσίας[arrow] Γιάννης Αποστολίδης
Άγγελος[arrow] Στέλιος Βόκοβιτς
Ευρυδίκη[arrow] Άννα Ραυτοπούλου
Κορυφαίος[arrow] Αλέκος Δεληγιάννης
Κορυφαίος[arrow] Ντίνος Δημόπουλος
Κορυφαίος[arrow] Γρηγόρης Βαφιάς
Κορυφαίος[arrow] Νίκος Παπακωνσταντίνου
Κορυφαίος[arrow] Βασίλης Κανάκης
Κορυφαίος[arrow] Γιάννης Βεάκης
Χορός[arrow] Θόδωρος Ανδριακόπουλος
Χορός[arrow] Γιάννης Μαυρογένης
Χορός[arrow] Βασίλης Παπανίκας
Χορός[arrow] Δημήτρης Καλλιβωκάς
Χορός[arrow] Λάμπρος Κωστόπουλος
Χορός[arrow] Δημήτρης Χόπτηρης
Χορός[arrow] Στέλιος Παπαδάκης
Χορός[arrow] Αίας Τριάντης
Χορός[arrow] Γιώργος Γεωργίου
Χορός[arrow] Γιώργος Μούτσιος
Χορός[arrow] Νίκος Ξανθόπουλος

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Αναξίμανδρος (610-540 π.X.)

Γέννηση, θάνατος, άπειρο », 23 Μαΐου 2011 Επιστήμες / Μορφές της Επιστήμης & της Τεχνολογίας   Αναπληρωτής καθηγητής Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Αστρονομίας και των Φυσικών Επιστημών - Πανεπιστήμιο Αθηνών Στράτος Θεοδοσίου Στην φιλοσοφία του Αναξίμανδρου, το άπειρο, που ήταν αθάνατον και ανώλεθρον, ήταν η πρωταρχική κοσμική ουσία από την οποία απορρέουν τα πάντα και στην οποία τελικά επιστρέφουν τα πάντα. Από αυτό γεννιούνταν και σε αυτό επέστρεφαν αλληλοδιαδόχως άπειροι κόσμοι. των Στράτου Θεοδοσίου, επίκουρου καθηγητή, και Μάνου Δανέζη , αναπληρωτή καθηγητή, Τμήμα Φυσικής – Πανεπιστήμιο Αθηνών και Milan Dimitrijevic , Astronomical Observatory of Belgrade, Serbia Την ίδια εποχή με τον Θαλή έδρασε, επίσης στην Μίλητο, ο μαθητής και διάδοχος στην Σχολή του, ο Αναξίμανδρος (610-540 π.X.), ο οποίος, όπως παραδέχονται όλοι οι μελετητές εκείνης της περιόδου, ήταν ισάξιος του διδασκάλου του και ο πρώτος που μαζί

O ΠΑΡΜΕΝΙΔΗΣ: Ο άνθρωπος μετά το θάνατό του δεν περνά στην ανυπαρξία, ο νεκρός δεν είναι «μηδέν», αλλά μετέχει στο «είναι» έχει την ικανότητα να αισθάνεται και αναμένει (μέσω της μετεμψύχωσης) την επιστροφή του στον ορατό κόσμο.

O ΠΑΡΜΕΝΙΔΗΣ Ο Παρμενίδης ήταν αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος. Γεννήθηκε στην Ελέα της Μεγάλης Ελλάδας στα τέλη του 6ου αι. π.Χ., σε ένα περιβάλλον επηρεασμένο από τις απόψεις του Πυθαγόρα και του Ξενοφάνη. Θεωρείται η πλέον πρωτότυπη μορφή της προσωκρατικής σκέψης. Σε αντίθεση με τους Ίωνες φυσιολόγους δεν αναζητά την ενότητα του κόσμου σε μια φυσική ουσία, αλλά στην ίδια την «οντότητα» των πραγμάτων που μας περιβάλλουν, στο είναι όλων των όντων και όλων των πραγμάτων. Ο Παρμενίδης εκθέτει τη φιλοσοφία του σε έμμετρο λόγο (δακτυλικό εξάμετρο), επιθυμώντας πιθανώς να την παρουσιάσει ως αποτέλεσμα θείας αποκάλυψης. Στο προίμιο του ποιήματoς περιγράφεται το ταξίδι του ποιητή πάνω σε άρμα, καθοδηγούμενο από κόρες του ΄Ηλιου σε μια ανώνυμη θεά. Ακολουθεί η Αλήθεια, στην οποία μιλά η θεά επιχειρώντας μια προσέγγιση της καρδιάς της αλήθειας.     «αλλά ωστόσο θα μάθεις και τούτο, πως τα δοκούντα θα έπρεπε να είναι απολύτως δεκτά, όλα δεκτά στο σύνολό τους ως όντα». Παρουσιάζοντας τα φα