Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Ο μύθος της μιας ψήφου ή πως η Ελληνική δεν έγινε η επίσημη γλώσσα στον ΟΗΕ!!


Ο μύθος της μίας ψήφου αναφέρεται σε πλήθος παραλλαγών ενός αστικού μύθου σύμφωνα με τον οποίο κάποια γλώσσα δεν έγινε επίσημη γλώσσα ενός κράτους ή διεθνής γλώσσα εξαιτίας της έλλειψης μιας και μοναδικής καθοριστικής ψήφου σε κάποια υποτιθέμενη ψηφοφορία. Ο μύθος εμφανίζεται σε διάφορες περιοχές του κόσμου, όπως τις ΗΠΑ, την Γερμανία, αλλά και την Ελλάδα μέσα από διαφορετικές εκδοχές με εναλλαγή της πρωταγωνίστριας γλώσσας σε γερμανικά, ολλανδικά, ελληνικά, ισπανικά, γαλλικά ή εβραϊκά.
Ο κόκκος της αλήθειας πίσω από αυτήν την εκδοχή βρίσκεται σε μια ψηφοφορία της Βουλής των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ του 1794, όπου μια ομάδα Γερμανών μεταναστών ζήτησε την μετάφραση ορισμένων νόμων στα γερμανικά. Η αίτηση αυτή απορρίφθηκε με 42 ψήφους υπέρ και 41 κατά και για τον Μούλενμπεργκ, ο ίδιος γερμανικής καταγωγής και Πρόεδρος της Βουλής, ειπώθηκε ότι ανέφερε πως «όσο πιο γρήγορα οι Γερμανοί μετανάστες γίνουν Αμερικάνοι, τόσο το καλύτερο». Παρόλα αυτά δεν είναι εφικτό να διαπιστωθεί εάν ο Μούλενμπεργκ απήχε από την συγκεκριμένη ψηφοφορία ή έριξε την καθοριστική ψήφο.[1][2]

Οι ΗΠΑ δεν έχουν κάποια θεσμικά κατοχυρωμένη επίσημη γλώσσα, με τα αγγλικά να είναι η εκ των πραγμάτων γλώσσα που χρησιμοποιείται καθημερινώς και ευρέως και επομένως να κερδίζει την δεσπόζουσα θέση ως κυρίαρχη γλώσσα του κράτους. Ανά διαστήματα, συγκεκριμένες πολιτείες έχουν θεσπίσει δικούς τους νόμους για τις επίσημες γλώσσες τους
Εκδοχή της ελληνικής γλώσσας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
 Στην Ελλάδα ο μύθος έγινε γνωστός με την θέση της γερμανικής να παίρνει η ελληνική γλώσσα. Σύμφωνα με αυτήν την εκδοχή, σε μια καθοριστική ψηφοφορία που τοποθετείται χρονικά αμέσως μετά την έγκριση της διακήρυξης της ανεξαρτησίας των ΗΠΑ από το Κογκρέσο των Ηνωμένων Πολιτειών, δηλαδή γύρω στο 1776 σε συμφωνία με την εκδοχή Μούλενμπεργκ, οι νεοσύστατες Ηνωμένες Πολιτείες καλούνταν να αποφασίσουν την επίσημη γλώσσα του κράτους. Εξαιτίας της θύμησης της αποικιοκρατίας που προκαλούσαν τα αγγλικά για τους Αμερικανούς, υπήρξε η πρόταση τα ελληνικά να γίνει επίσημη γλώσσα, μιας και θύμιζαν το μέρος που γεννήθηκε το πολίτευμα της δημοκρατίας.[22][23]
 Η εκδοχή αυτή φέρεται να αποδίδεται από κάποιες πηγές στον Ξενοφών Ζολώτα, σύμφωνα με τις οποίες δήλωσε γύρω στα μέσα του 20ου αι., πως «ο Ουάσιγκτον, ο Τζέφερσον, ο Άνταμς και άλλοι όταν συνέτασσαν το Σύνταγμα των Ηνωμένων Πολιτειών στα 1787 – που ισχύει με μερικές νέες παραγράφους, που ψηφίστηκαν για προσαρμογή στις νέες εξελίξεις, μέχρι σήμερα στον αρχικό κορμό του – είχαν προτείνει η γλώσσα του νέου κράτους να είναι η ελληνική, προς τιμή της γλώσσας του Έθνους εκείνου, που πρώτο γέννησε και ελίκνισε τη Δημοκρατία και τη διέδωσε στον κόσμο. Για μία ψήφο μόνο προκρίθηκε και υιοθετήθηκε τελικά η αγγλική αντί της ελληνικής».[22]
 Υπάρχει και μια δεύτερη εκδοχή με πρωταγωνίστρια την ελληνική γλώσσα, όπου για μια ψήφο δεν ήταν ικανή να γίνει η επίσημη διεθνής γλώσσα της υφηλίου.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Αναξίμανδρος (610-540 π.X.)

Γέννηση, θάνατος, άπειρο », 23 Μαΐου 2011 Επιστήμες / Μορφές της Επιστήμης & της Τεχνολογίας   Αναπληρωτής καθηγητής Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Αστρονομίας και των Φυσικών Επιστημών - Πανεπιστήμιο Αθηνών Στράτος Θεοδοσίου Στην φιλοσοφία του Αναξίμανδρου, το άπειρο, που ήταν αθάνατον και ανώλεθρον, ήταν η πρωταρχική κοσμική ουσία από την οποία απορρέουν τα πάντα και στην οποία τελικά επιστρέφουν τα πάντα. Από αυτό γεννιούνταν και σε αυτό επέστρεφαν αλληλοδιαδόχως άπειροι κόσμοι. των Στράτου Θεοδοσίου, επίκουρου καθηγητή, και Μάνου Δανέζη , αναπληρωτή καθηγητή, Τμήμα Φυσικής – Πανεπιστήμιο Αθηνών και Milan Dimitrijevic , Astronomical Observatory of Belgrade, Serbia Την ίδια εποχή με τον Θαλή έδρασε, επίσης στην Μίλητο, ο μαθητής και διάδοχος στην Σχολή του, ο Αναξίμανδρος (610-540 π.X.), ο οποίος, όπως παραδέχονται όλοι οι μελετητές εκείνης της περιόδου, ήταν ισάξιος του διδασκάλου του και ο πρώτος που μαζί

Είχε Δίκιο η Αντιγόνη ή ο Κρέων;

Επανερχόμαστε   στα παλιά ερωτήματα. Είχε άραγε κάπου δίκιο η Αντιγόνη (ή εξ ολοκλήρου δίκιο); Και είχε άραγε ο Κρέων κάποιο άδικο (ή εξ ολοκλήρου άδικο); Δεν είναι βέβαιο ότι αυτά είναι τα πιο ενδιαφέροντα ερωτήματα που θα μπορούσε κανείς να θέσει για το έργο, τουλάχιστον έτσι ωμά διατυπωμένα. Ή μάλλον θα μπορούσε ο Σοφοκλής ο ίδιος να τα έχει κάνει πιο ενδιαφέροντα —και πιο δύσκολα— όμως οι επιλογές του ήταν άλλες. Υπήρχε σύγκρουση —μια σύγκρουση εγελιανού τύπου— μεταξύ των δικαιωμάτων της οικογένειας και των δικαιωμάτων της πολιτείας. Και αρχικά φαίνεται σαν ο Σοφοκλής να πρόκειται να αναπτύξει το έργο του με βάση αυτή τη σύγκρουση, όταν η Αντιγόνη εμφανίζεται στον Πρόλογο του δράματος προσηλωμένη ειδικά στην οικογένεια και έκδηλα αδιάφορη απέναντι στην πολιτεία, ενώ ο Κρέων με το διάγγελμα του αμέσως μετά την Πάροδο (πολύ σημαντική τοποθέτηση σε αρχαίο ελληνικό δράμα) αναλαμβάνει τη θέση του εκφραστή της πόλεως, με την έκκληση έξαφνα που απευθύνει να υποταχθούν οι προσωπικέ

O ΠΑΡΜΕΝΙΔΗΣ: Ο άνθρωπος μετά το θάνατό του δεν περνά στην ανυπαρξία, ο νεκρός δεν είναι «μηδέν», αλλά μετέχει στο «είναι» έχει την ικανότητα να αισθάνεται και αναμένει (μέσω της μετεμψύχωσης) την επιστροφή του στον ορατό κόσμο.

O ΠΑΡΜΕΝΙΔΗΣ Ο Παρμενίδης ήταν αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος. Γεννήθηκε στην Ελέα της Μεγάλης Ελλάδας στα τέλη του 6ου αι. π.Χ., σε ένα περιβάλλον επηρεασμένο από τις απόψεις του Πυθαγόρα και του Ξενοφάνη. Θεωρείται η πλέον πρωτότυπη μορφή της προσωκρατικής σκέψης. Σε αντίθεση με τους Ίωνες φυσιολόγους δεν αναζητά την ενότητα του κόσμου σε μια φυσική ουσία, αλλά στην ίδια την «οντότητα» των πραγμάτων που μας περιβάλλουν, στο είναι όλων των όντων και όλων των πραγμάτων. Ο Παρμενίδης εκθέτει τη φιλοσοφία του σε έμμετρο λόγο (δακτυλικό εξάμετρο), επιθυμώντας πιθανώς να την παρουσιάσει ως αποτέλεσμα θείας αποκάλυψης. Στο προίμιο του ποιήματoς περιγράφεται το ταξίδι του ποιητή πάνω σε άρμα, καθοδηγούμενο από κόρες του ΄Ηλιου σε μια ανώνυμη θεά. Ακολουθεί η Αλήθεια, στην οποία μιλά η θεά επιχειρώντας μια προσέγγιση της καρδιάς της αλήθειας.     «αλλά ωστόσο θα μάθεις και τούτο, πως τα δοκούντα θα έπρεπε να είναι απολύτως δεκτά, όλα δεκτά στο σύνολό τους ως όντα». Παρουσιάζοντας τα φα